Γεννηθήκατε σε ένα ορεινό χωριό της Αρκαδίας, σε μια εποχή που οι συνθήκες της ζωής στην ύπαιθρο ήταν αντίξοες. Πώς θυμάστε εκείνη την εποχή και πώς αποφασίσατε να γίνετε δημοσιογράφος, πριν περάσετε στον στίβο της πολιτικής;
Ήταν μια πολύ διαφορετική εποχή, την οποία θυμάμαι με νοσταλγία. Νομίζω ότι δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι έχω ζήσει μια ζωή παραπάνω. Τελείωσα το δημοτικό χωρίς ρεύμα, άρα χωρίς φως, ψυγείο ή τηλεόραση. Ο πατέρας μου δούλευε στο σιδηρόδρομο και η μητέρα μου ήταν αγρότισσα. Εφημερίδες δεν πωλούνταν στο χωριό, απλώς έφταναν κάποιες και κάποια περιοδικά από φίλους και από ανθρώπους που έρχονταν από την Τρίπολη. Εμένα μου άρεσε πάρα πολύ το διάβασμα, όποιο γραπτό έπεφτε στα χέρια μου το ρουφούσα και με συνέπαιρνε το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι έγραφαν ωραία κείμενα, και πάντα έλεγα από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού ακόμη ότι “αυτό θέλω να κάνω και εγώ”. Ήθελα να γίνω δημοσιογράφος.Έτσι όταν τελείωσα το Δημοτικό πήγα Γυμνάσιο στην Τρίπολη. Εκεί έμενα με τον αδελφό μου σε ένα δωμάτιο που νοίκιαζαν οι γονείς μου. Πηγαίναμε τη Δευτέρα και κάθε Σάββατο μεσημέρι γυρνούσαμε στο χωριό. Τελειώνοντας το Γυμνάσιο, πέρασα στο Πανεπιστήμιο στην Αθήνα και από εκεί τα πράγματα πήραν το δρόμο τους.
Για 27 χρόνια ήσασταν δημοσιογράφος. Τα τελευταία πέντε χρόνια διατελέσατε διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και τώρα είστε υποψήφιος ευρωβουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία. Τι μπορεί να σηματοδοτεί το ενδεχόμενο εκλογής σας στο Ευρωκοινοβούλιο;
Η θητεία μου στο Μέγαρο Μαξίμου, όπου υπηρέτησα τα πέντε τελευταία χρόνια, ως διευθυντής του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού ήταν μια δύσκολη ανάθεση ευθύνης, ένα πόστο τιμής στα πρώτα χαρακώματα της μάχης. Ταυτόχρονα, υπήρξε για μένα μια πολύτιμη εμπειρία διαχείρισης πολλαπλών κρίσεων, που διαδέχονταν η μία την άλλη: η μεταναστευτικήεισβολή στον Έβρο, η ένταση με την Τουρκία, η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και το πληθωριστικό κύμα μετά. Όλα αυτά στάθηκαν σχολείο εφαρμοσμένης πολιτικής, πολύ υψηλού επιπέδου. Ήταν ένας κύκλος πολύτιμης εμπειρίας, πυκνός και διδακτικός, ο οποίος έχω την αίσθηση ότι ολοκληρώθηκε.
Γι’ αυτό και θέλησα να κάνω το επόμενο βήμα: να εκτεθώ στην κρίση των πολιτών και να διεκδικήσω την ψήφο τους, για να τους εκπροσωπήσω στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι σπουδές μου στις διεθνείς σχέσεις, η διαδρομή μου στη δημοσιογραφία, η συγγραφική μου ενασχόληση με δύο βιβλία για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, μου έδωσαν τη γνώση του θέματος. Κυρίως, όμως, ήταν η δουλειά μου δίπλα στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ως διευθυντής του Γραφείου Τύπου, που μού έδωσε πολλά: είδα και έμαθα καλά, από κοντά και από μέσα, τις λειτουργίες, τις ισορροπίες και τους συσχετισμούς δυνάμεων, τις δύσκολες και επίμονες διαπραγματεύσεις –στο προσκήνιο, αλλά και στο παρασκήνιο. Μ’ αυτόν τον… «εξοπλισμό» ζητάω την ψήφο των πολιτών: η επιλογή τους στην κάλπη θα μου δώσει τη δύναμη να υπηρετήσω τα εθνικά συμφέροντα της χώρας, αλλά και την καθημερινότητα των Ελλήνων, στα fora και στα κέντρα αποφάσεων των Βρυξελλών.
Ποιο είναι το δίλημμα και ποιο το διακύβευμα για την αναμέτρηση του Ιουνίου;
Στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου υπάρχει ένα κρίσιμο διπλό διακύβευμα –κι αυτό είναι που θα μετρηθεί στην κάλπη:
Πρώτον, είναι ανάγκη να διασφαλίσουμε με την ψήφο μας τη σταθερότητα στη χώρα, τη συνέχιση του δρόμου των μεγάλων μεταρρυθμίσεων που αλλάζουν την Ελλάδα –να εγγυηθούμε ότι δεν θα μπει ο τόπος σε περιπέτειες, ότι δεν θα κινδυνέψουν όσα πετύχαμε όλοι μαζί!
Δεύτερον, πρέπει να δώσουμε στη χώρα την εθνικά αξιόπιστη εκπροσώπηση που έχει ανάγκη στα κέντρα των Βρυξελλών –να στείλουμε νικητές στην ευρωβουλή εκείνους που έβαλαν την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια, που έφεραν δεκάδες δις από το Ταμείο Ανάκαμψης, που στάθηκαν όρθιοι απέναντι σε ψηφίσματα (δυστυχώς ελληνικής έμπνευσης), τα οποία διασύρουν τη χώρα και ζητούν διακοπή της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Η νίκη της Νέας Δημοκρατίας είναι η θετική απάντηση και στα δύο μεγάλα ζητούμενα της κάλπης. Γι’ αυτούς τους δύο λόγους ζητάμε την ψήφο των πολιτών. Με επιχειρήματα, με πεπραγμένα που πείθουν, με θέσεις που μιλούν συγκεκριμένα για το ευρωπαϊκό μας αύριο.
Κατά πόσο οι αποφάσεις που λαμβάνονται στις Βρυξέλλες επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών;
Δυστυχώς, δεν έχει γίνει κατανοητό ότι, όλο και περισσότερες αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου ρυθμίζουν ολοένα και πιο πολύ την καθημερινότητά μας. Αρκεί να σας πω ότι περίπου το 70% του συνολικού νομοθετικού έργου που παράγεται στα εθνικά κοινοβούλια των χωρών μελών, αφορά επικύρωση αποφάσεων που λαμβάνονται στις Βρυξέλλες. Από το μικρότερο πράγμα της καθημερινότητάς μας, όπως ο φορτιστής του κινητού μας τηλεφώνου, μέχρι τα μεγάλα και πολυσυζητημένα, όπως η Κοινή Αγροτική Πολιτική, το μεταναστευτικό, τα έργα υποδομής, η Ευρώπη είναι παντού παρούσα και ρυθμίζει τις ζωές μας.
Comments